Κόκκινα Δάνεια: Ιστορία & Νομικά εργαλεία για την διαχείρισή τους

Ήδη από τo 2009 με την έλευση της οικονομικής κρίσης πολύ μεγάλο μέρος των δανείων είχε αρχίσει να μην εξυπηρετείται. Στο όνομα της εξυγίανσης του τραπεζικού συστήματος και με την «επικύρωση» της 1/2023 ΟλΑΠ, η συντριπτική πλειοψηφία των κόκκινων μη εξυπηρετούμενων δανείων έχει πλέον μεταβιβαστεί σε αλλοδαπές εταιρείες ειδικού σκοπού, οι οποίες έχουν αναθέσει τη διαχείριση αυτών σε διάφορες εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις (Α.Ε.Δ.Α.Δ.Π). Καθώς, λοιπόν, το φαινόμενο ολοένα και εντεινόταν από το έτος 2009 μέχρι και σήμερα έγιναν αρκετές προσπάθειες επίλυσης του σοβαρού αυτού ζητήματος.

Κάποιες από αυτές ήταν:

  1. Ο Νόμος ρύθμισης των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων (Ν. 3869/2010-Νόμος Κατσέλη) που περιλαμβάνει τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά (άνεργοι, μισθωτοί, συνταξιούχοι), τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους μικρο-εμπόρους (Νόμος 3869/2010)- η ισχύς του οποίου έπαυσε την 30-5-2021.
  2. Το Πρόγραμμα Επιδότησης Αποπληρωμής Στεγαστικών και Επιχειρηματικών Δανείων με Υποθήκη σε Κύρια Κατοικία και προστασία της πρώτης κατοικίας (Νόμος 4605/2019-ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΕΦΥΡΑ)
  3. Ο Εξωδικαστικός Μηχανισμός για τις επιχειρήσεις (Νόμος 4469/2017/ ΝΟΜΟΣ ΔΕΝΔΙΑ) χωρίς ιδιαίτερα αποτελέσματα, η ισχύς του οποίου έπαυσε την 30-4-2020.
  4. Ο Κώδικας Δεοντολογίας Τραπεζών για φυσικά πρόσωπα και μικρομεσαίες επιχειρήσεις (Νόμος 4224/2013).

Σε όλα τα ανωτέρω εργαλεία ρύθμισης οφειλών λαμβανόταν  υπόψη το συνολικό εισόδημα του νοικοκυριού ή της επιχείρησης αντίστοιχα, έτσι ώστε να διαμορφώνεται ένα κατάλληλο πρόγραμμα αποπληρωμής των οφειλών, το οποίο να μπορεί να το καλύψει ο οφειλέτης.

Σήμερα και μετά την παύση ισχύος του γνωστού Νόμου Κατσέλη, υπάρχουν δύο εργαλεία διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

1. Κώδικας Δεοντολογίας Τραπεζών για φυσικά πρόσωπα και μικρομεσαίες επιχειρήσεις (Νόμος 4224/2013).

Παράλληλα, με απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος (Συν. 195/1/29.07.2016, ΦΕΚ Β’ 2376), με την οποία θεσπίστηκε η «Αναθεώρηση του Κώδικα Δεοντολογίας του Ν. 4224/2013», καθιερώνονται γενικές αρχές συμπεριφοράς τόσο για τα υπόχρεα ιδρύματα όσο και για τους δανειολήπτες, με στόχο την εξεύρεση λύσεων ρύθμισης ή οριστικού διακανονισμού οφειλών σε καθυστέρηση, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε δανειολήπτη. Στον αναθεωρημένο Κώδικα Δεοντολογίας, μεταξύ άλλων, εξειδικεύεται περαιτέρω το πεδίο εφαρμογής του και διακρίνονται εμφανώς οι διαδικασίες επίλυσης καθυστερήσεων, λαμβάνοντας ειδική μέριμνα για κοινωνικά ευπαθείς ομάδες.

2. Νόμος 4738/2020 Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας.

Το νέο πλαίσιο προβλέπει τη συνολική διευθέτηση του ιδιωτικού χρέους προς τράπεζες, Εφορία, ΕΦΚΑ, Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και τρίτους ιδιώτες. Ο νόμος δίνει τη δυνατότητα στους οφειλέτες, πριν από την πτώχευση, να ρυθμίσουν τα χρέη τους μέσω μιας προπτωχευτικής διαδικασίας(πλατφόρμα εξωδικαστικού μηχανισμού). Προϋπόθεση είναι το χρέος να κρίνεται βιώσιμο και να υπάρχει συμφωνία αναδιάρθρωσης με τους πιστωτές, μέχρι και σε 240 δόσεις. Ειδικότερα, οι οφειλέτες  μπορούν να κάνουν χρήση του εξωδικαστικού συμβιβασμού για οφειλές προς τις τράπεζες, την Εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία. Μεταξύ άλλων, παρέχεται η δυνατότητα διαμόρφωσης προτάσεων αναδιάρθρωσης βάσει αυτοματοποιημένου εργαλείου, που  δεσμεύει το σύνολο των πιστωτών οι οποίοι συμμετέχουν στην ηλεκτρονική πλατφόρμα μέσω της οποίας διεξάγεται η διαδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού.

Στον νέο πτωχευτικό κώδικα δεν  μπορούν να ενταχθούν όσοι οφειλέτες έχουν τουλάχιστον το 90% των συνολικών τους οφειλών σε έναν χρηματοδοτικό φορέα, δεδομένου ότι, στην περίπτωση αυτή, είναι αποτελεσματικότερη για τους συνεργάσιμους οφειλέτες η προσφυγή στη διμερή διαπραγμάτευση με τον χρηματοδοτικό φορέα που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος των απαιτήσεων. Η πτώχευση συνοδεύεται απαρέγκλιτα από την απαλλαγή οφειλών. Αυτή η διαδικασία υλοποιείται γρήγορα, μέσα σε ένα έτος, εάν οι οφειλέτες απωλέσουν την περιουσία τους, εκτός αν προβληθούν ενστάσεις για δόλια πτώχευση ή απόκρυψη στοιχείων από τους πιστωτές. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις που οι οφειλέτες δεν διαθέτουν περιουσία, τότε η απαλλαγή οφειλών πραγματοποιείται σε 3 έτη. Στο διάστημα αυτό οι οφειλέτες θα πρέπει να καταβάλουν το υπόλοιπο του εισοδήματός τους που περισσεύει μετά την κάλυψη των εύλογων δαπανών διαβίωσης για την αποπληρωμή του εναπομείναντος χρέους. Ως κίνητρο επαναφοράς του οφειλέτη στη συνέπεια κάλυψης όλων των υποχρεώσεών του, το νέο πλαίσιο προβλέπει επιδότηση των δανείων πρώτης κατοικίας, στο στάδιο της συνολικής ρύθμισης οφειλών. Συμπεριλαμβάνονται όσοι οφειλέτες έχουν λάβει επιχειρηματικά δάνεια με εγγύηση την πρώτη κατοικία τους. Οι διατάξεις του νέου νόμου εντάσσουν στις ρυθμίσεις τα πλέον ευάλωτα τμήματα της «μικροεπιχειρηματικότητας», ενώ καλύπτουν όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες που έχουν λάβει επιχειρηματικά δάνεια με εγγύηση την πρώτη κατοικία. Εφόσον οι πιστωτές προβούν σε ενέργειες ρευστοποίησης της πρώτης κατοικίας, το κράτος θα παρεμβαίνει με σκοπό να αποφευχθεί η έξωση. Ο νόμος προβλέπει τη δημιουργία ενός ιδιωτικού φορέα για την απόκτηση των ακινήτων, ο οποίος θα επιλεγεί από το κράτος, μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας.

3. Ένδικα μέσα & βοηθήματα

Βέβαια, πάντα παραμένει στη διάθεση του οφειλέτη η δικαστική άμυνα έναντι του δανειστή όταν υπάρξουν νομικές ενέργειες σε βάρος του. Η προειδοποίηση για την έναρξη πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του οφειλέτη έρχεται με την εξώδικη καταγγελία της δανειακής σύμβασης. Ακολουθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής στο Ειρηνοδικείο αν το οφειλόμενο ποσό είναι μέχρι 20.000 ευρώ και στο Πρωτοδικείο αν είναι μεγαλύτερο. Στην περίπτωση αυτή ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα να προβεί στο ένδικο βοήθημα της ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής (άρθρο 632 ΚΠολΔ) εντός αποκλειστικής προθεσμίας 15 εργασίμων ημερών από την κοινοποίησή της. Παράλληλα έχει την δυνατότητα να υποβάλει και αίτηση αναστολής για να προστατευτεί από τις πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του μέχρι την έκδοση απόφασης επί της ανακοπής του, διότι μόνη η άσκηση της ανακοπής δε σταματά τις ενέργειες σε βάρος του.

Αν ο οφειλέτης δεν προβεί σε κάποια αμυντική ενέργεια απέναντι στην εκδοθείσα σε βάρος του διαταγή πληρωμής τότε η τράπεζα έχει τη δυνατότητα να προβεί σε δεύτερη κοινοποίηση. Σε αυτό το στάδιο ο οφειλέτης έχει εκ νέου τη δυνατότητα ανακοπής (κατ’ άρθρο 633παρ.2 ΚΠολΔ), πλήν όμως δεν έχει τη δυνατότητα αναστολής. Στη συνέχεια και αν ο οφειλέτης δεν προβεί σε ανακοπή η τράπεζα έχει τη δυνατότητα, όταν υπάρχει ακίνητη περιουσία, να προβεί σε κατάσχεση αυτής επιδίδοντας στον οφειλέτη έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης με ορισμό διενέργειας πλειστηριασμού. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός διενεργείται εντός 7 μηνών από την κατάσχεση μέσω των ηλεκτρονικών συστημάτων πλειστηριασμών («ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ.», https://www.eauction.gr/) από πιστοποιημένους για το σκοπό αυτό συμβολαιογράφου. Η ημέρα διενέργειας του πλειστηριασμού ορίζεται στην κατασχετήρια έκθεση. Κατά αυτής ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα άσκησης της ανακοπής κατ’ άρθρο 933 ΚΠολΔ. Ο αναγκαστικός πλειστηριασμός εφόσον διενεργηθεί, μπορεί να προσβληθεί είτε αν πάσχει λόγω ελαττωμάτων προγενεστέρων πράξεων, εφόσον φυσικά αυτές είχαν προσβληθεί εμπροθέσμως, είτε αν πάσχει αυτοτελώς λόγω ελαττωμάτων που εντοπίζονται στη διεξαγωγή αυτού.

Α. Ειδικότερα, ελαττώματα στην αναγκαστική εκτέλεση μπορεί να έχουν παρεισφρήσει πολύ νωρίτερα από τη διενέργεια του πλειστηριασμού, ήδη από τις πρώτες πράξεις αυτής (π.χ. σύνταξη της επιταγής προς εκτέλεση και της κατασχετήριας έκθεσης) έως και την ολοκλήρωση της λεγόμενης «προδικασίας του πλειστηριασμού».

Σε περίπτωση που οι ως άνω πράξεις είναι ελαττωματικές ή/και ο οφειλέτης έχει αντιρρήσεις σχετικά με την απαίτηση, την ικανοποίηση της οποίας επιδιώκει ο δανειστής του δια της αναγκαστικής εκτελέσεως, θα πρέπει, προκειμένου να ανακοπεί ο πλειστηριασμός, να έχουν οι εν λόγω αντιρρήσεις προβληθεί με ανακοπή ήδη πριν τη διενέργεια του τελευταίου και, ειδικότερα, εντός 45 ημερών από την κατάσχεση. Η άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας προσβολής των ως άνω πράξεων τις ισχυροποιεί και τις καθιστά απρόσβλητες με τα ελαττώματά τους να μην επιδρούν στο κύρος του επικείμενου πλειστηριασμού.

Β. Από την άλλη πλευρά, τα ελαττώματα και οι πλημμέλειες που εντοπίζονται στην κύρια διαδικασία του πλειστηριασμού, αφορούν δηλαδή τον ίδιο τον πλειστηριασμό και τη διεξαγωγή του (π.χ. ελαττώματα στην έκθεση πλειστηριασμού ή αναπλειστηριασμού και κατακύρωσης ή στην περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης) προβάλλονται με ανακοπή που ασκείται αποκλειστικά εντός των ως άνω προθεσμιών των 30 ή 60 ημερών.

Σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο ο πλειστηριασμός δεν διεξαχθεί κατά την ορισθείσα ημερομηνία (π.χ. συμφωνία για εξόφληση των δανειστών, ακύρωση εκτέλεσης, αναστολή του πλειστηριασμού, εγκατάλειψη της διαδικασίας κ.λπ.), μπορεί να επισπευσθεί ξανά είτε κατόπιν δήλωσης συνέχισης από τον ήδη επισπεύδοντα δανειστή είτε κατόπιν δήλωσης υποκατάστασης στη θέση του από έτερο δανειστή που έχει εκκινήσει ομοίως αναγκαστική εκτέλεση κατά του οφειλέτη και συνεχίζει τη διαδικασία του πλειστηριασμού. Εντός 3 ημερών ο υπάλληλος του πλειστηριασμού αναρτά στην ιστοσελίδα του ΔΔΔ του ΤΑΝ-ΕΤΑΑ τη γνωστοποίηση της δήλωσης και τη νέα ημερομηνία του πλειστηριασμού εντός 2 έως 3 μηνών από την ημέρα της δήλωσης. Κατά της τελευταίας ο καθ’ ου η εκτέλεση μπορεί να ασκήσει ανακοπή εντός 30 ημερών (άρθρο 973 ΚΠολΔ) από την ημέρα της ανάρτησης προβάλλοντας τυχόν αντιρρήσεις ως προς το κύρος της.

Με τις εκτενείς τροποποιήσεις που επέφερε ο Ν. 4335/2015 («Νέος ΚΠολΔ») στη διαδικασία της εκτέλεσης, αφενός καταργήθηκε η αίτηση αναστολής του αρ. 938 ΚΠολΔ, αφετέρου περιορίστηκαν αρκετά οι διαδικαστικές προϋποθέσεις για τη διενέργεια του πλειστηριασμού (περιορίζοντας αντιστοίχως και τη δυνατότητα «λαθών» του δανειστή που θα στοιχειοθετούσαν λόγο ακύρωσης της σχετικής πράξης εκτέλεσης) και εκ τρίτου συμπτύχθηκαν υπερβολικά οι προθεσμίες εντός των οποίων ο οφειλέτης μπορούσε να αντιδράσει προκειμένου να ακυρώσει ή να αναστείλει την εις βάρος του διαδικασία και να διασώσει, έστω και προσωρινά το ακίνητό του. Ήδη σήμερα, ο καθ’ ου η εκτέλεση έχει επί της ουσίας μία ευκαιρία προσβολής της εις βάρος του διαδικασίας, κάθε φορά που ορίζεται εις βάρος του πλειστηριασμός (με κρισιμότερη φυσικά την πρώτη φορά, όταν επιβάλλεται η κατάσχεση). Πιο συγκεκριμένα, μετά την επιβολή της κατάσχεσης και τον ορισμό του πρώτου πλειστηριασμού ο οφειλέτης δύναται να ασκήσει ανακοπή του αρ. 933 ΚΠολΔ, εντός προθεσμίας 45 ημερών από την επιβολή της, ενώ σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο ο πλειστηριασμός δεν διενεργηθεί κατά την ορισθείσα ημερομηνία, ο οφειλέτης δύναται να ασκήσει ανακοπή του αρ. 973§6 ΚΠολΔ, εντός προθεσμίας 30 ημερών από την ανάρτηση της ειδοποίησης ορισμού πλειστηριασμού στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων. Ο οφειλέτης όμως έχει και τη δυνατότητα, του ενδίκου βοηθήματος που είναι η «διορθωτική» ανακοπή του αρ. 954§4 ΚΠολΔ. Με την άσκηση του συγκεκριμένου ένδικου βοηθήματος εντός της νόμιμης προθεσμίας, ο οφειλέτης δύναται να ζητήσει την διόρθωση της έκθεσης κατάσχεσης του ακινήτου του, πέραν όλων των άλλων, και ως προς την ορισθείσα αξία του κατασχεθέντος ακινήτου του, με την οποία ισούται η τιμή πρώτης προσφοράς στον προγραμματισμένο πλειστηριασμό.

Δυστυχώς, όσες προσπάθειες έχουν λάβει χώρα για τη συνολική διευθέτηση των κόκκινων δανείων και εμπεριέχουν ως προϋπόθεση τη συναίνεση των τραπεζών, έχουν κυριολεκτικά ναυαγήσει. Μάλιστα οι συνεχείς τροποποιήσεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και ειδικά με το Ν. 4335/2015 κάθε άλλο παρά ευνοούν τον οφειλέτη, ο οποίος σε πολλές περιπτώσεις καθίσταται έρμαιο των τραπεζών.

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *