Αθωωτική κρίση του ‘Αρείου Πάγου για μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο

Με την υπ’ αριθμ. 1652/2019 απόφαση του ‘Αρειου Πάγου (Τμήμα ΣΤ’ Ποινικό) αναιρέθηκε η καταδικαστική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών για μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο, κάνοντας δεκτό λόγο αναίρεσης περί εφαρμογής του επιεικέστερου νόμου που ίσχυσε μετά τηδημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης και σε συνδυασμό με το άρθρο 469 ΠΚ όπως σήμερα ισχύει.

Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο εφάρμοσε αυτεπαγγέλτως ως επιεικέστερη τη διάταξη του άρθρου 469 ΠΚ, αφαιρώντας τα χρέη που προέκυπταν από εγγραφές εικονικών φορολογικών στοιχείων στον οικείο πίνακα, κρίνοντας ότι δεν θεμελιώνεται η αξιόποινη πράξη για την τέλεση της οποίας κηρύχθηκε ένοχος ο αναιρεσείων με την προσβαλλόμενη απόφαση, αφού στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης αυτής είναι το συνολικό χρέος να υπερβαίνει το ποσό των 100.000 ευρώ.

Η απόφαση έχει ως εξής:

Αριθμός 1652/2019

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΣΤ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αρτεμισία Παναγιώτου, Προεδρεύουσα Αρεοπαγίτη (σύμφωνα με την υπ’αριθμ.194/2019 πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου), Γεώργιο Αναστασάκο, Μαρία Γεωργίου – Εισηγήτρια, Ευφροσύνη Καλογεράτου – Ευαγγέλου και Πηνελόπη Παρτσαλίδου – Κομνηνού, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 17 Σεπτεμβρίου 2019, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Αναστασίας Δημητριάδου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος – κατηγορουμένου Σ. Μ. του Ι., κατοίκου …, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Αναγνωστόπουλο, για αναίρεση της υπ’αριθ.8538/2018, 77/2019 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών. Το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και o αναιρεσείων – κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην υπ’αριθμ.πρωτ. 5530/9-5-2019 αίτησή του αναιρέσεως και στους από 9 Αυγούστου 2019 προσθέτους λόγους, τα οποία καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 791/19.

Αφού άκουσε Την Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης και να κηρυχθεί αθώος ο αναιρεσείων και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη υπ’αριθμ.πρωτ. 5530/9-5-2019 αίτηση του Σ. Μ. του Ι., κατοίκου … (οδός …) για αναίρεση της υπ’αριθμ.8538/2018, 77/2019 καταδικαστικής απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών η οποία καταχωρήθηκε στο κατά το άρθρο 473 παρ.3 εδ.α του Κ.ΠοινΔ βιβλίο στις 22 Απριλίου 2019 καθώς και οι από 9 Αυγούστου 2019 πρόσθετοι αυτής λόγοι που κατατέθηκαν στην γραμματεία της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου την ίδια ως άνω ημερομηνία έχουν ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα κατά το άρθρο 473 παρ.1, 2, 3, 509 εδ.α Κ.Π.Δ. Πρέπει επομένως να συνεκδικασθούν ως συναφείς και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς την βασιμότητα των λόγων τους.

Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 19 του Ν.2523/1997 με τίτλο “Διοικητικές και ποινικές κυρώσεις στη φορολογική νομοθεσία και άλλες διατάξεις” έγκλημα φοροδιαφυγής είναι, εκτός των άλλων, και η αποδοχή πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων. Ειδικότερα στο άρθρο αυτό (όπως ίσχυε μετά την τροποποίησή του από το άρθρο 40 παρ.1 του Ν.3220/28-1-2004 και πριν από την τροποποίηση του με το άρθρο 2 παρ.2 του ν.3943/2011), ορίζεται ότι: 1..παρ.1 εδ.β “Ειδικά, όποιος εκδίδει ή αποδέχεται εικονικά φορολογικά στοιχεία για ανύπαρκτη συναλλαγή στο σύνολό της ή για μέρος αυτής, τιμωρείται: α) με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους, εφόσον η συνολική αξία των εικονικών φορολογικών στοιχείων υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ και β)με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών, εφόσον το ως άνω ποσό υπερβαίνει τις εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ”. Με το άρθρο 2 παρ.2 του Ν.3943/31-3-2011 η απειλούμενη ποινή της κάθειρξης μέχρι δέκα έτη για την κακουργηματική αυτή φοροδιαφυγή μεταβλήθηκε σε κάθειρξη. Ήδη από 17-10-2015 το καθεστώς της έκδοσης και αποδοχής εικονικών φορολογικών στοιχείων μεταβλήθηκε με το άρθρο 8 του Ν.4337/2015, με το οποίο προστέθηκε το Δωδέκατο Κεφάλαιο στο Ν.4174/2013 με τίτλο “Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις”. Στο άρθρο 66 παρ.5 εδ.β του Δωδέκατου Κεφαλαίου του νόμου αυτού με τον τίτλο “Εγκλήματα φοροδιαφυγής – Ποινικές κυρώσεις”, ορίζεται ότι: “Ειδικά, όποιος εκδίδει ή αποδέχεται εικονικά φορολογικά στοιχεία για ανύπαρκτη συναλλαγή στο σύνολό της ή για μέρος αυτής, τιμωρείται: α)με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους, εφόσον η συνολική αξία των εικονικών φορολογικών στοιχείων υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ και β)με κάθειρξη έως δέκα (10) έτη, εφόσον το ως άνω ποσό υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ”. Από τα προεκτεθέντα με σαφήνεια προκύπτει ότι η έκδοση και η αποδοχή εικονικών φορολογικών στοιχείων θεσπίζετο με διάταξη ειδικού ποινικού νόμου ως αξιόποινη πράξη από το 1997 (αρ.19 ν.2523/1997) διαρκώς έκτοτε κατόπιν δε των προεκτεθεισών μεταβολών του περιεχομένου τα και της διάταξης νόμου που την θεσπίζει συνιστάμενες, κατά τα προαναφερθέντα, σε τροποποιήσεις κατάργηση και αντικατάσταση, τυποποιείται πλέον με το άρθρο 66 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.

Περαιτέρω, με το άρθρο 34 παρ. 1 του ν. 3220/2004, (με το οποίο αντικαταστάθηκε η παρ. 1 του άρθρου 25 του ν 1882/1990), ορίζεται ότι: Η καθυστέρηση καταβολής των βεβαιωμένων στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) και τα τελωνεία χρεών προς το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών, διώκεται ύστερα από αίτηση του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της έδρας τους και τιμωρείται με ποινή φυλάκισης: α) τεσσάρων τουλάχιστον μηνών, εφόσον το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών, ο οποίος συνοδεύει υποχρεωτικά την ως άνω αίτηση, υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, β) έξι τουλάχιστον μηνών, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α’ , υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ, γ) ενός τουλάχιστον έτους, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α’ , υπερβαίνει το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ”. [άρθρ.9/2017]. Στη συνέχεια με το άρθρο 3 παρ. 1 του Ν. 3943/2011 με τίτλο “Μέτρα για την καταστολή της φοροδιαφυγής στην άμεση και έμμεση φορολογία”, με το οποίο τροποποιήθηκαν οι διατάξεις των νόμων 1882/1990, 2523/1997, 2960/2001, ορίζεται, ότι “1. α) Η παράγραφος 1 του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 αντικαθίσταται ως εξής: 1.Όποιος δεν καταβάλλει τα βεβαιωμένα στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) και τα τελωνεία χρέη προς το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης: α) έως ένα έτος, εφόσον το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών, που αναφέρεται στην παράγραφο 5, υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ. β) έξι τουλάχιστον μηνών, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α, υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ. γ) ενός τουλάχιστον έτους, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α, υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ. δ) τριών τουλάχιστον ετών, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α”, υπερβαίνει το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ. Η ποινική δίωξη ασκείται ύστερα από αίτηση του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της έδρας τους, που συνοδεύεται υποχρεωτικά από πίνακα χρεών, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων.

Ήδη η άνω διάταξη αντικαταστάθηκε με το άρθρο 20 του Ν. 4321/2015 (ΦΕΚ Α 32/ 21.3.2015) ως εξής:” 1. ‘Οποιος δεν καταβάλλει τα βεβαιωμένα στη Φορολογική Διοίκηση χρέη προς το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων (4) μηνών τιμωρείται με ποινή φυλάκισης: α) Ενός (1) τουλάχιστον έτους, εφόσον το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών, υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ. β) Τριών (3) τουλάχιστον ετών, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α’, υπερβαίνει το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ..:”. Η ποινική δίωξη ασκείται ύστερα από αίτηση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ή των Ελεγκτικών Κέντρων ή του Τελωνείου προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της έδρας τους, που συνοδεύεται υποχρεωτικά από πίνακα χρεών, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων”. Ήδη τα ποσά των άνω περιπτώσεων α’ και β’ αναπροσαρμόσθηκαν με την παρ. 2 του άρθρου 71 του ν. 4174/2013, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 8 του ν. 4337/2015 (ΦΕΚ Α 129/17-10-2015), σε 100.000 και 200.000 ευρώ [“2. Τα ποσά των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ και των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ, των περιπτώσεων α) και β), αντίστοιχα, της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του νόμου 1882/1990 (Ποινικό αδίκημα μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο και τρίτους), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, αντικαθίστανται από τα ποσά των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ και διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ, αντίστοιχα]. Προσέτι με την μεταβατική διάταξη του άρθρου 469 του νέου Ποινικού Κώδικα, ο οποίος σύμφωνα με την επίσης μεταβατική διάταξη του άρθρου 460 αυτού αρχίζει να ισχύει από την 1η Ιουλίου 2019 ορίζεται ότι “Μετά το εδάφιο β της παρ.1 του άρθρου 25 του ν.1882/1990 προστίθεται εδάφιο γ’ως εξής: “Στην αίτηση και στον πίνακα χρεών που υποβάλλονται σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο δεν συμπεριλαμβάνονται και δε υπολογίζονται για τον προσδιορισμό της ευθύνης του προσώπου, τα χρέη που προέρχονται από τη μη εκτέλεση χρηματικών ποινών που επιβλήθηκαν από ποινικό δικαστήριο και οι σχετικές με αυτά προσαυξήσεις, τόκοι και λοιπές επιβαρύνσεις καθώς και τα χρέη από τα αδικήματα που τυποποιούνται στο άρθρο 66 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας μαζί με τις σχετικές με αυτά προσαυξήσεις, τόκους και λοιπές επιβαρύνσεις”.

Με την διάταξη δε του άρθρου 2 παρ.1 του ισχύοντος από 1η Ιουλίου 2019 Ποινικού Κώδικα ορίζεται ότι “Αν από την τέλεση της πράξης ως την αμετάκλητη εκδίκασή της ίσχυσαν περισσότερες διατάξεις νόμων, εφαρμόζεται αυτή που στη συγκεκριμένη περίπτωση οδηγεί στην ευμενέστερη μεταχείριση του κατηγορουμένου”. Στην αιτιολογική έκθεση του νόμου 4619/ ΦΕΚ Α 95 11/6/2019, με το πρώτο άρθρο του οποίου κυρώθηκε σύμφωνα με το άρθρο 76 παρ.6 του Συντάγματος ο “νέος” Ποινικός Κώδικας και σύμφωνα με το δεύτερο άρθρο αυτού ισχύει από 1η Ιουλίου 2019 όπως άλλωστε ορίζεται και με το άρθρο 460 αυτού (Ποινικού Κώδικα), σχετικά με την προεκτεθείσα μεταβατική του διάταξη του άρθρου 469 ορίζονται τα εξής: “Με τη μεταβατική αυτή διάταξη η μη καταβολή επιβληθείσας χρηματικής ποινής καταργείται ως αυτοτελές αδίκημα, δηλ. ως περίπτωση μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, αφού το ενδεχόμενο αυτό ρυθμίζεται πλέον από τη διάταξη του άρθρου 80 παρ.6. Θεραπεύεται επίσης το άτοπο της διπλής αξιολόγησης αξιοποίνων φορολογικών παραβάσεων και τα ποσά που αποτελούν το αποκομισθέν ή επιδιωχθέν προϊόν αυτών αποκλείονται από την αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, αφού η μη καταβολή αυτών τυποποιείται ήδη ποινικά από το άρθρο 66 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας. Το γεγονός δε ότι το Δημόσιο χρησιμοποιεί τη διαδικασία της ταμειακής βεβαιώσεως για να επιδιώξει την είσπραξη των ποσών που στερήθηκε ως συνέπεια του φορολογικού αδικήματος δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί για τον εκ νέου κολασμό του αδικήματος αυτού, καθώς τόσο η πράξη που προκάλεσε την οφειλή όσο και η ζημία του Δημοσίου παραμένουν οι αυτές. Η αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος δεν θίγεται ως προς άλλες απαιτήσεις του Δημοσίου, για τις οποίες δεν υπάρχει αυτοτελής ποινική προστασία”.

Τέλος, με την διάταξη του άρθρου 511 του “νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (Ν.4620/11-6-2019 ΦΕΚ Α’96) που ισχύει από 1η Ιουλίου 2019 κατά το άρθρο 2 του ως άνω νόμου και το άρθρο 585 αυτού (Κώδικα) που έχει τίτλο – ΛΟΓΟΙ ΑΝΑΙΡΕΣΗΣ ΠΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΝΤΑΙ ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΩΣ – ορίζονται τα εξής: “Αν εμφανιστεί ο αναιρεσείων και κριθεί παραδεκτή η αίτηση αναίρεσης ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως, αν και δεν προτάθηκαν, όλους τους λόγους της αναίρεσης που αναφέρονται στην παρ.1 του άρθρου 510, εκτός από τον προβλεπόμενο στο στοιχ.Β. Δεν επιτρέπεται όμως να χειροτερεύσει η θέση του κατηγορουμένου. Υπό τις ίδιες προϋποθέσεις ο Άρειος Πάγος αυτεπαγγέλτως λαμβάνει υπόψη το δεδικασμένο και την παραγραφή που επήλθαν μετά τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης. Επίσης, αυτεπαγγέλτως εφαρμόζει τον επιεικέστερο νόμο που ισχύει μετά τη δημοσίευσή της”.

Στην προκείμενη υπόθεση όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη υπ’αρ.8538/2018, 77/2019 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών, που δίκασε ως δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, η οποία δημοσιεύθηκε στις 10/1/2019 πριν δηλαδή την ισχύ του “νέου” Ποινικού Κώδικα ο κατηγορούμενος και ήδη αναιρεσείων κηρύχθηκε ένοχος και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τριών (3) ετών που ανεστάλη επί τρία έτη κατά πιστή μεταφορά του ότι: “Στην …. στις 10/07/2012 ο κατηγορούμενος όντας οφειλέτης του Δημοσίου και ενώ τα χρέη του κατέστησαν ληξιπρόθεσμα κατά την ισχύ του Ν. 3220/2004, με πρόθεση καθυστέρησε την καταβολή χρεών προς το Δημόσιο για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών, το δε ποσό της ληξιπρόθεσμης για την καταβολή οφειλής, μαζί με τις κάθε είδους προσαυξήσεις υπερβαίνει τα [150.000,00] ευρώ και ήδη και τα [200.000,00] ευρώ. Συγκεκριμένα, ενώ είχαν βεβαιωθεί σε βάρος του (ατομικά) διάφορα χρέη υπέρ του Δημοσίου στην Δ.Ο.Υ. ….., όπως ακριβώς αναφέρονται στο συνημμένο πίνακα χρεών της παραπάνω Δ.Ο.Υ. (αριθμ. ειδ. Βιβλίου 66/2011) που συνοδεύει ως αναπόσπαστο μέρος αυτής την αριθμό πρωτοκ. 18071 από 29/09/2011 Αίτηση Ποινικής Δίωξης του Προϊσταμένου της ανωτέρω Δ.Ο.Υ., ηθελημένα δεν κατέβαλε το ποσό των [2.098.522,11] ευρώ που αφορά βεβαιωμένα χρέη αυτού προς το Δημόσιο, όπως αναφέρεται αναλυτικά παρακάτω.
Επίσης κατά πιστή μεταφορά από την προσβαλλόμενη ο αναιρεσείων κηρύχθηκε ένοχος κατ’εφαρμογήν των διατάξεων των άρθρων “1, 2 παρ.1, 12, 14, 26 παρ.1, 27 § 1, 79 ΠΚ και άρθρο 25 § 1 περ. δ’ Ν. 1882/1990, όπως η παράγραφος 1 είχε τροποποιηθεί με την παράγραφο 2 του άρθρου 18 και παραγράφους 2-4 του άρθρου 28 Ν. 2948/2001 και συμπληρωθεί με το άρθρο 34 Ν. 3016/2002 (ΦΕΚ 110/17-5-2002) και με την παράγραφο 1 του άρθρου 34 Ν. 3220/2004 (ΦΕΚ Α15), αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 3 § 1 Ν. 3943/2011 (ΦΕΚ Α66/31-3-2011) και στη συνέχεια αντικαταστάθηκε με το άρθρο 20 του Ν. 4321/2015 (ΦΕΚΑ 32/21-3-2015) και τα ποσά των περιπτώσεων α’ και β’ αναπροσαρμόστηκαν ως άνω με την παράγραφο 2 του άρθρου 71 § 2 του Ν. 4174/2014, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 8 Ν.4337/2015 (ΦΕΚ Α 129/17-10-2015).” Από την παραδεκτή για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου επισκόπηση του προεκτεθέντος διατακτικού της προσβαλλόμενης κυρίως δε του περιλαμβανόμενου σ’αυτό πίνακα χρεών καθώς και των εγγράφων της δικογραφίας που προσκομίζονται από τον αναιρεσείοντα μεταξύ των οποίων το με αρ.πρωτ.30482/24/7/2019 έγγραφο της προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. … που έχει θέμα “παροχή πληροφοριών” και συντάχθηκε κατόπιν της από 12-7-2019 αίτησης του αναιρεσείοντος και όλων των εγγράφων που αναφέρονται σ’αυτό προκύπτει ότι στο Δημόσιο συνολικό χρέος του αναιρεσείοντος ύψους 2098522,11 ευρώ για το οποίο καταδικάσθηκε προήρχετο, αποτελούσε δηλαδή το άθροισμα εννέα (9) επί μέρους βεβαιωμένων χρεών τα οκτώ (8) από τα οποία δημιουργήθηκαν λόγω της τέλεσης εκ μέρους του αναιρεσείοντος της αξιόποινης πράξης της έκδοσης και αποδοχής εικονικών φορολογικών στοιχείων, που κατόπιν της προαναφερθείσας από το 1997 πορείας, καθόσον αφορά τη διάταξη νόμου που την θεσπίζει, τυποποιήθηκε στο άρθρο 66 του Κώδικα Φορολογικής διαδικασίας δηλαδή πρόκειται για χρέη που αφορά η προδιαληφθείσα μεταβατική διάταξη του άρθρου 469 του ήδη ισχύοντος Ποινικού Κώδικα. Συγκεκριμένα τα στον περιλαμβανόμενο στο διατακτικό της προσβαλλόμενης πίνακα χρεών με αυξ. Αριθμό 1, 2, 3, 4, 5, 6, 8 και 9 χρέη ποσού 2561,96, 1216,09, 28950,56, 682,10, 22.943,05, 4.372,17, 1.910.739,88 και 126.622,66 ευρώ αντίστοιχα αποτελούν τμήμα (25% λόγω άσκησης ισάριθμων οκτώ προσφυγών στο αρμόδιο Διοικητικό Δικαστήριο με την σε καθένα από αυτά σχετική προσαύξηση) των προστίμων που επιβλήθηκαν στον αναιρεσείοντα λόγω αποδοχής (με αυξ. Αρ. 1, 2, 3, 4, 5, 6) και έκδοσης (με αυξ. Αρ. 8,9) εικονικών φορολογικών στοιχείων δυνάμει ισάριθμων αποφάσεων επιβολής προστίμου (Α.Ε.Π.) του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ….. ήτοι των υπ’αριθ.116/2010, 119/2010, 120/2010, 121/2010, 122/2010, 123/2010, 416 και 417/2010 Α.Ε.Π. Έτσι, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, ήτοι των διατάξεων των ειδικών ποινικών νόμων, αυτών του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας καθώς και των στοιχείων που προκύπτουν από τη δικογραφία, τυγχάνει στην προκείμενη υπόθεση εφαρμογής ως φανερά ευμενέστερη για τον κατηγορούμενο ήδη αναιρεσείοντα η διάταξη του άρθρου 469 του Π.Κ. κατόπιν της οποίας (εφαρμογής) όλα τα προαναφερθέντα χρέη, αφού καθένα απ’αυτά απορρέει από αδίκημα που τυποποιείται με το άρθρο 66 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας πλέον των σχετικών μ’αυτό προσαυξήσεων, δεν υπολογίζονται για τον προσδιορισμό της ευθύνης του (αναιρεσείοντος), δηλαδή για την θεμελίωση της αντικειμενικής υπόστασης της αξιόποινης πράξης για την οποία κατά τα επίσης προδιαληφθέντα κηρύχθηκε ένοχος με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση. Κατόπιν δε της αφαίρεσης των χρεών αυτών από τον οικείο πίνακα, χρέος που υπολογίζεται πλέον κατά νόμον για την θεμελίωση του εν λόγω αδικήματος παραμένει μόνον με το α.α. 7 που αφορά έξοδα Διοικητικής Εκτέλεσης ποσού 432,47 ευρώ κι εντεύθεν δεν θεμελιώνεται η αξιόποινη πράξη για την τέλεση της οποίας κηρύχθηκε ένοχος ο αναιρεσείων με την προσβαλλόμενη απόφαση, αφού στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης αυτής είναι το συνολικό χρέος να υπερβαίνει το ποσό των 100.000 ευρώ.

Συνακόλουθα όλων των ανωτέρω πρέπει να γίνει δεκτός ο πρόσθετος λόγος αναίρεσης περί εφαρμογής του επιεικέστερου νόμου που ίσχυσε μετά την δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης τον οποίο και αυτεπαγγέλτως εφαρμόζει το Δικαστήριο τούτο (άρθρ.511 Κ.Π.Δ.) ν’αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να κηρυχθεί αθώος ο αναιρεσείων κατά το ειδικότερα εκτιθέμενα στο διατακτικό (άρθρ.518 παρ.1 Κ.Π.Δ.), παρελκούσης της έρευνας των λοιπών λόγων αναίρεσης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την υπ’αρ.8538/2018, 77/2019 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών.

Κηρύσσει τον κατηγορούμενο Σ. Μ. του Ι. κάτοικο …, οδός … αθώο του ότι: ” Στην … στις 10/07/2012 ο κατηγορούμενος όντας οφειλέτης του Δημοσίου και ενώ τα χρέη του κατέστησαν ληξιπρόθεσμα κατά την ισχύ του Ν. 3220/2004, με πρόθεση καθυστέρησε την καταβολή χρεών προς το Δημόσιο για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών, το δε ποσό της ληξιπρόθεσμης για την καταβολή οφειλής, μαζί με τις κάθε είδους προσαυξήσεις υπερβαίνει τα [150.000,00] ευρώ και ήδη και τα [200.000,00] ευρώ. Συγκεκριμένα, ενώ είχαν βεβαιωθεί σε βάρος του (ατομικά) διάφορα χρέη υπέρ του Δημοσίου στην Δ.Ο.Υ. …., όπως ακριβώς αναφέρονται στο συνημμένο πίνακα χρεών της παραπάνω Δ.Ο.Υ. (αριθμ. ειδ. Βιβλίου 66/2011) που συνοδεύει ως αναπόσπαστο μέρος αυτής την αριθμό πρωτοκ. 18071 από 29/09/2011 Αίτηση Ποινικής Δίωξης του Προϊσταμένου της ανωτέρω Δ.Ο.Υ., ηθελημένα δεν κατέβαλε το ποσό των [2.098.522,11] ευρώ που αφορά βεβαιωμένα χρέη αυτού προς το Δημόσιο, όπως αναφέρεται αναλυτικά παρακάτω.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα την 1η Οκτωβρίου 2019.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 22 Οκτωβρίου 2019.

Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ

Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *